Οξυγόνο για το ΑΕΠ η εγγυημένη απασχόληση
Η εφαρμογή ενός μεσαίας κλίμακας προγράμματος εγγυημένης απασχόλησης θα μπορούσε να αυξήσει την περίοδο 2021-2022 τον μέσο ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγουν οι αναλύσεις του Levy Economics Institute, τις οποίες ενστερνίζεται το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ στο τελευταίο οικονομικό δελτίο του.
Με δεδομένες τη βαθιά ύφεση της ελληνικής οικονομίας, τη συνεχή αύξηση των κρουσμάτων που επαναφέρουν τα σενάρια για ολικό lockdown, την καθυστέρηση των εμβολιασμών και τη δυσκολία, κατ’ επέκταση, διατύπωσης ενός σαφούς σεναρίου για τη διάσωση και αύξηση των θέσεων εργασίας, μόνο με όρους ιδεολογικής μυωπίας θα μπορούσε να εξηγηθεί η άρνηση ή η ταλάντευση στην προώθηση ενός διευρυμένου προγράμματος εγγυημένης απασχόλησης από την κυβέρνηση και μάλιστα την ώρα που οι όποιες εφεδρείες, όπως το πρόγραμμα «Συν-εργασία», κρίνονται ανεπαρκείς.
Ενα πρόγραμμα εγγυημένης απασχόλησης θα μπορούσε να αντικαταστήσει τα επιδόματα που ουσιαστικά αποτελούν οι ειδικές αποζημιώσεις για τις αναστολές συμβάσεων, οι οποίες και τον Ιανουάριο, σύμφωνα με χθεσινά στοιχεία του υπουργείου Εργασίας, διατηρήθηκαν σε 623.557, ενώ και οι δικαιούχοι από το πρόγραμμα SURE παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, μόλις 19.288 εργαζόμενοι τον Ιανουάριο. Αριθμός που δηλώνει την απροθυμία των επιχειρήσεων να ενταχθούν στο πρόγραμμα «Συν-εργασία», υπογράφοντας όρους διατήρησης της απασχόλησης στο κενό των απρόβλεπτων οικονομικών εξελίξεων.
Από πού μπορεί να χρηματοδοτηθεί ένα μαζικό πρόγραμμα εγγυημένης απασχόλησης; Το ΙΝΕ ΓΣΕΕ χαρακτηρίζει εξαιρετικά κρίσιμη τη διοχέτευση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης σε δραστηριότητες που θα συνδυάζουν τον οικοτεχνολογικό μετασχηματισμό της οικονομίας με υψηλά πολλαπλασιαστικά οφέλη σε όρους διατηρήσιμης απασχόλησης, εισοδήματος και παραγωγικότητας. «Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, η χρηματοδότηση προγραμμάτων εγγυημένης απασχόλησης μπορεί να καταστεί εργαλείο ενεργοποίησης νέων ροών ρευστότητας, στήριξης της εγχώριας ζήτησης, αλλά και αναβάθμισης του παραγωγικού δυναμικού επιλεγμένων κλάδων της οικονομίας».
Επίσης, καθοριστικής σημασίας και απολύτως αναγκαίες για την ανάκαμψη της οικονομίας χαρακτηρίζονται η αύξηση του κατώτατου μισθού και η υλοποίηση παρεμβάσεων στην αγορά εργασίας που θα αποκαταστήσουν τη θεσμική ισχύ των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και θα διαμορφώσουν ένα προστατευτικό ρυθμιστικό πλαίσιο για την τηλεργασία καθώς, όπως εκτιμούν, «η βελτίωση των όρων εργασίας και των αμοιβών των εργαζομένων θα προσδιορίσει σε σημαντικό βαθμό την έκταση της τρέχουσας ύφεσης και τη δυναμική της ανάκαμψης».
Ιδιαίτερα όταν η Eλλάδα έχει τη μεγαλύτερη -με εξαίρεση τη Μάλτα- κάμψη στο λιανικό εμπόριο κατά το β’ και το γ’ τρίμηνο είναι η υψηλότερη σε όλη την ευρωζώνη (με εξαίρεση τη Μάλτα), ενώ ειδικότερα το γ’ τρίμηνο η απόκλιση από τα άλλα κράτη-μέλη της ευρωζώνης αυξάνεται σημαντικά, με πτώση στο 30%, ενώ η αντίστοιχη στον μέσο όρο της ευρωζώνης, στην Αυστρία και στην Πορτογαλία είναι μικρότερη του 10%.